Έφυγε ο διπλά βραβευμένος με Πούλιτζερ ιστορικός, και έμπιστος του Τζον Κένεντυ, μια φωνή που δεν έπαψε να ταράζει τα λιμνάζοντα ύδατα της αμερικάνικης πολιτικής σκηνής, μέχρι το τέλος.

«Ο κόσμος χωρίς σύγκρουση είναι ένας κόσμος φτιαγμένος στη φαντασία», έγραψε ο Άρθουρ Μ. Σλέσινγκερ Τζούνιορ, στο «The Age Of Jackson», το βιβλίο που δημοσίευσε σε ηλικία είκοσι επτά ετών, και με το οποίο κέρδισε το πρώτο του βραβείο Πούλιτζερ. Μια προσωπικότητα λαμπρή, ένας άνθρωπος χαρισματικός και επικοινωνιακός, με σπάνια κρίση, αποφασιστικότητα και άποψη. Η ανάμειξη του στην πολιτική σκηνή της χώρας του ήταν συνεχής, και η δηλητηριώδης κριτική απέναντι στον πρόεδρο Μπους, και τους χειρισμούς του στο θέμα του πολέμου του Ιράκ, εμπεριστατωμένη και ψύχραιμη.

«Η Αμερική ως αυτόκλητος δικαστής, ένορκος και εκτελεστής, του κόσμου; «Πρέπει να αντιμετωπίσουμε το γεγονός», είπε κάποτε ο Πρόεδρος Τζον Φ. Κένεντυ, «ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι ούτε παντοδύναμος Θεός, ούτε παντογνώστης –ότι είμαστε μόνο το έξι τοις εκατό του παγκόσμιου πληθυσμού– ότι δεν μπορούμε να επιβάλλουμε τη θέληση μας πάνω στο ενενήντα τέσσερα τοις εκατό του ανθρώπινου είδους –ότι δεν μπορούμε να διορθώσουμε κάθε στραβό ή να αντιστρέψουμε κάθε αδικία– και επομένως δεν μπορεί να υπάρχει μια αμερικανική λύση σε κάθε παγκόσμιο πρόβλημα»», γράφει ο Σλέσινγκερ το Μάρτιο του 2003 στους Los Angeles Times.

Γιος του Άρθουρ Μ. Σλέσινγκερ του Πρεσβύτερου, αξιοσέβαστου καθηγητή ιστορίας στο Χάρβαρντ, ο Άρθουρ μεγάλωσε μέσα σ’ ένα περιβάλλον ακαδημαϊκής πειθαρχίας, έλαβε λαμπρή μόρφωση και χάραξε κατόπιν ο ίδιος την δική του πορεία ως ένας από τους πιο διακεκριμένους ιστορικούς της εποχής του, ευρέως εκτιμώμενος ως λόγιος, με πανοραμική θέαση της Αμερικανικής κουλτούρας και πολιτικής. Έλαβε το National Book Award για το βιβλίο του «Robert Kennedy Αnd His Times» και National Book Award και (το δεύτερο) βραβείο Πούλιτζερ για το «A Thousand Days», το βιογραφικό/χρονικό των ημερών της κυβέρνησης Κένεντυ.

Για τον Σλέσινγκερ, η συγγραφή της ιστορίας συνεπάγεται μια έμφυτη υπευθυνότητα: «Οι ιστορικοί, όπως οποιοσδήποτε άλλος, είναι φυλακισμένοι της δικής τους εμπειρίας», δήλωσε ο Σλέσινγκερ το 2000 σε συνέντευξη του με τον Ντάνιελ Σκορ στο NPR, «και συχνά διαβάζουν στο παρελθόν την ψύχωση του παρόντος».

Ο Σλέσινγκερ στη δεκαετία του 1960 υποστήριξε την εκλογή του προέδρού Κένεντυ, και διορίστηκε κατόπιν ειδικός σύμβουλος στο Λευκό Οίκο. Αυτό του επέτρεψε να συγκεντρώσει υλικό για το «A Thousand Days», αν και κατόπιν κατηγορήθηκε πως βρισκόταν στην πραγματικότητα πολύ κοντά στις πηγές του, για να μπορεί να κάνει αντικειμενική ιστορία. Μετά τη δολοφονία του Κένεντυ η θητεία του ως κυβερνητικού ήταν σύντομη: «Αφού ο Κένεντυ είχε φύγει, δεν ήταν πια διασκεδαστικό», εξήγησε ο Σλέσινγκερ». Κατέγραψε όμως τα έργα και ημέρες της προεδρίας Κένεντυ, κάτι για το οποίο τον προόριζε προφανέστατα ο ίδιος ο Πρόεδρος. Σύμφωνα με τον Γουόλτερ Ισαάκσον, πρώην αρχισυντάκτη του περιοδικού Time και φίλο του Σλέσινγκερ, «ο Τζον Κένεντυ τον έφερε μέσα στον Λευκό Οίκο, και οι άνθρωποι ρωτούσαν αν επρόκειτο να γράψει την ιστορία. Και ο Κένεντυ είπε: «Εγώ θα γράψω τη δική μου ιστορία και ο Άρθουρ θα γράψει τη δική του –και είναι καλύτερο να τον έχουμε μέσα»».

Μελανό σημείο στην πολιτική του καριέρα υπήρξε η ανάμειξη του στην απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων το 1962, όπου παρ’ όλη την αντίθεση του παραδέχεται ότι βοήθησε τους διοικητικούς να εμποδίσουν την δημοσίευση άρθρου, προ της επέμβασης, στο The New Republic, που ορθά ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες εκπαίδευαν Κουβανούς μισθοφόρους. «Αν ο τύπος δεν είχε συνεργαστεί, μπορεί η χώρα να είχε αποφύγει μια καταστροφή», θυμάται ο Σλέσινγκερ μετανιωμένος.

Έχοντας σφαιρική γνώση της αμερικάνικης ιστορίας, ο Σλέσινγκερ ήταν σε θέση να κάνει κριτική στην πολιτική του παρόντος προβάλλοντας εύστοχα παραδείγματα από το παρελθόν. Γράφει τον Απρίλιο του 2006: «Το ζήτημα του προληπτικού πολέμου ως προεδρικό προνόμιο δεν είναι νέο. Τον Φεβρουάριο του 1848 ο αντιπρόσωπος τότε, Αβραάμ Λίνκολ εξήγησε την αντίθεση του με τον Μεξικανικό Πόλεμο: «Επιτρέψτε στον Πρόεδρο να εισβάλει σ’ ένα γειτονικό έθνος, όποτε το θεωρεί απαραίτητο για να αποτρέψει μια εισβολή και του επιτρέπετε να κάνει το ίδιο όποτε επιλέγει να πει ότι το θεωρεί απαραίτητο γι’ αυτό το λόγο –και του επιτρέπετε να κάνει πόλεμο προς τέρψιν… Αν σήμερα επιλέγει να πει ότι το θεωρεί απαραίτητο να εισβάλει στον Καναδά για να αποτρέψει τους Βρετανούς να μας επιτεθούν, πως θα τον σταματήσετε; Μπορείτε να του πείτε, ‘Δεν το βλέπουμε πιθανό να μας επιτεθούν οι Βρετανοί’, αλλά θα σας πει, ‘Σιωπάτε. Το βλέπω εγώ, αν εσείς όχι’»».

Ο Σλέσινγκερ θεώρησε την εξωτερική πολιτική του Μπους εγκληματική, και δεν δίστασε να το πει, ακόμα κι όταν όλοι οι άλλοι σιωπούσαν. Δεν αποκήρυξε ποτέ την ταυτότητα του ως φιλελεύθερου, ακόμα και όταν ο φιλελευθερισμός παρήκμασε στο βαθμό που οι πολιτικοί φοβούνταν να χρησιμοποιήσουν τη λέξη. Ο Σλέσινγκερ δεν έπαψε να κατακρίνει τον Μπους, αλλά και τους Δημοκρατικούς για την αδυναμία τους ν’ ασκήσουν μια αξιοπρεπή αντιπολίτευση, και δεν έπαψε να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις που θα έχει η πολιτική Μπους στο μέλλον παγκοσμίως. «Υπάρχει βάσιμη υποψία ότι μπήκαμε στον πόλεμο ενάντια στο Ιράκ γιατί ήταν ο μόνος πόλεμος που μπορούσαμε να κερδίσουμε. Δεν μπορούμε να κερδίσουμε τον πόλεμο ενάντια στην Αλ Κάιντα, γιατί η Αλ Κάιντα χτυπά από τις σκιές και εξαφανίζεται μέσα τους. Δεν μπορούμε να κερδίσουμε έναν πόλεμο ενάντια στη Βόριο Κορέα γιατί έχει πυρηνικά όπλα. Μάλιστα, ο κίνδυνος από τη Βόριο Κορέα είναι πολύ πιο ξεκάθαρος, παρών και πιεστικός από τον κίνδυνο του Ιράκ, και η διαφορετική αντιμετώπιση των δυο χωρών από μέρους μας είναι ένα ικανό κίνητρο για άλλες απειθείς πολιτείες να αναπτύξουν το δικό τους πυρηνικό οπλοστάσιο», γράφει τον Απρίλιο του 2006.

Ο Σλέσινγκερ πέθανε στη Νέα Υόρκη στις 28 Φεβρουαρίου 2007, κατά τη διάρκεια εξόδου με την οικογένεια του.

Δημοσιεύτηκε στο Π@π@κι τον Μάρτιο του 2007