Είμαι στην Αθήνα εδώ και δεκαπέντε ημέρες. Αυτό το μέρος δεν μοιάζει με την Αθήνα. Κατέβηκα από μια πολύ βροχερή Αγγλία για να εξασκήσω την εκλογική μου υποχρέωση, και γνώριζα ότι έρχομαι σε μια χώρα με ένα κλίμα ιδιαιτέρως τεταμένο. Και δεν αναφέρομαι στον καιρό. Αυτή η πόλη είναι ξένη. Πέρασα στην Αθήνα τα φοιτητικά μου χρόνια, και ήταν όμορφα χρόνια. Έχω περπατήσει στην Ομόνοια τέσσερις η ώρα το πρωί χωρίς ο παραμικρό άγχος. Έχω αλωνίσει όλο το κέντρο στις πιο απίθανες ώρες της μέρας και της νύχτας, με ή χωρίς παρέα. Ξέρω την πρωτεύουσα σαν την παλάμη του χεριού μου και την αγαπώ σαν κομμάτι μου. Μα αυτό το μέρος δεν μοιάζει με την Αθήνα. Πρώτη φορά στη ζωή μου εφέτος περπατώντας στην πόλη μου φοβήθηκα. Κράτησα την τσάντα μου σφιχτά, τάχυνα το βήμα μου, βιάστηκα να φτάσω στον προορισμό μου. Δεν υπήρξε καμιά φυσική απειλή προς το πρόσωπό μου, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν βαριά, έστω και μόνο μέσα στο κεφάλι μου, και η αίσθηση που έχει καλλιεργηθεί μέσα απ’ την επικαιρότητα έκανε την δουλειά της καλύτερα απ’ όσο φανταζόμουν. Δυο το πρωί στην Φιλελλήνων με μεγάλη παρέα περιμέναμε το 040, και δεν με χωρούσε ο τόπος. Έχω σταθεί σ’ αυτή τη στάση πολλές φορές ξημερώματα ολομόναχη και δεν με πείραξε ποτέ. Είναι άραγε που μεγάλωσα και καταλαβαίνω τον κίνδυνο πιο ξεκάθαρα; Μήπως γέρασε αυτή η πόλη;
Την Δευτέρα που μας πέρασε, μια μέρα μετά τις εθνικές εκλογές, κατέβηκα στο κέντρο με φίλους κατά τις έντεκα το βράδυ. Χωρίς συγκεκριμένο προορισμό, παρκάραμε στην Ακαδημίας και προχωρήσαμε προς την πλατεία Κοραή. Οι δρόμοι ήταν άδειοι από ανθρώπους, γεμάτοι προεκλογικά σκουπίδια. Ήθελα να τραβήξω μερικές φωτογραφίες, και δεν θα το είχα κάνει αν δεν βρισκόμουν με τέσσερα άτομα που μου δημιουργούσαν ένα αίσθημα ασφάλειας. Με έπιανε ανησυχία και φόβος κάθε φορά που η παρέα μου ξεμάκραινε. Ήταν η ερήμωση, κάτι το παραιτημένο που απέπνεε η πόλη. Ήταν και νωπά τ’ αποτελέσματα των εκλογών. Έχουν περάσει πέντε μέρες κι ακόμα δεν λέω να τα συνηθίσω. Πόση οργή χωράνε αυτά τα άψυχα, τηλεοπτικά ποσοστά; Πόσο ελάχιστη μέριμνα για το μέλλον; Βλέπω τους φόβους μου να επαληθεύονται ένας-ένας κι ακόμα δεν το πιστεύω. Πριν από ένα χρόνο παρά δυο μέρες έγραφα εδώ: «Φοβάμαι για τους ανθρώπους που αγαπώ και που βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε μια κόλαση που ολοένα και χειροτερεύει. Πιστεύω όμως ότι το παιχνίδι παίζεται ακόμα. Πιστεύω στη Δημοκρατία, πιστεύω στη μη βία, πιστεύω στην κοινωνική ειρήνη, πιστεύω στην πολυπολιτισμικότητα και πιστεύω ότι ένα καλύτερο αύριο είναι εφικτό. Είναι όμως ένα τσακ απόσταση απ’ το να παρασυρθούμε απ’ τα γεγονότα των ημερών, να χάσουμε τις ισορροπίες, να χάσουμε την προοπτική, να χάσουμε το μέλλον. Δεν μπορεί στην Αθήνα του 21ου αιώνα να μετράμε νεκρούς στο δρόμο. Δεν μπορεί να αποδεχόμαστε περιπόλους της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της πρωτεύουσας». Αφορμή η δολοφονία του 44χρονου Μανώλη Καντάρη στο κέντρο της Αθήνας. Ένα χρόνο μετά η Χρυσή Αυγή είναι κόμμα με βουλευτική εκπροσώπηση και τα άκρα έχουν απλώσει κλαδιά να μας πνίξουν.
Προσπαθούμε να βρούμε από πού ξεφύτρωσαν, πώς πρόλαβαν να μας αρπάξουν απ’ το λαιμό χωρίς εμείς να πάρουμε χαμπάρι, και απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν βρίσκει κανείς. Το πιο προφανές, ότι η Ελληνική κοινωνία τα τελευταία δυο χρόνια επιδίδεται σε εντατικά σεμινάρια αναισθητοποίησης απέναντι στην αξία της ανθρώπινης ζωής και αξιοπρέπειας, δεν το αντιλαμβανόμαστε. Αφήσαμε τον όχλο να καθοδηγήσει συνειδήσεις, και τώρα θα το πληρώσουμε με φόβο και δάκρυα, κι ίσως και αίμα. Πριν δυο μέρες μου έστειλε ο Κωνσταντίνος πρόσκληση για την εκδήλωση του G30 στο μπαρ πάνω απ’ το BIOS. Το είδα την ώρα που έφευγα απ’ το σπίτι για μια άλλη υποχρέωση, κι έτσι απλά έριξα μια ματιά πριν κλείσω τον υπολογιστή. Όμως καθώς κατευθυνόμουν προς την πόρτα σκέφτηκα: «Μα δεν φοβάται αυτός ο άνθρωπος μ’ αυτά που λέει δημόσια να βρεθεί μέσα στα Εξάρχεια;». Είχα κάνει λάθος, γιατί η εκδήλωση δεν ήταν στα Εξάρχεια –ο τίτλος του event ήταν «απόψε G30 + Ανδρέας Μαζαράκης (αστέρας εξαρχείων)» κι όπως το κοίταξα βιαστικά δεν το πολυεπεξεργάστηκα– αλλά το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Ο δημοσιογράφος Κωνσταντίνος Μπογδάνος έπεσε θύμα ξυλοδαρμού στο κέντρο της Αθήνας από υπάνθρωπους τραμπούκους που έδερναν και μνημόνευαν το Μνημόνιο το ίδιο βράδυ (εδώ η ανακοίνωση του ΣΚΑΙ).
Το θέμα μου εδώ δεν είναι ο ξυλοδαρμός ενός καλού δημοσιογράφου, γιατί αυτό είναι μόνο το αποτέλεσμα μιας κατάστασης. Το θέμα είναι οι αιτίες που μας έφεραν εδώ. Δεν διαθέτω τόση έπαρση ώστε να πιστεύω ότι μπορώ να τις εντοπίσω και να τις εκθέσω εδώ διεξοδικά. Αυτό που ξέρω είναι ότι σίγουρα η κοινωνία νοσεί, και αυτά τα φαινόμενα θα αυξάνονται με κάθε μέρα που περνάει. Αυτό που έγραφα ένα χρόνο πριν ως φόβο και κακή προφητεία επαληθεύεται μεγαλοπρεπώς. Σήμερα ο Κωνσταντίνος, αύριο κάποιος άλλος, δεν έχει σημασία ποιος. Ένα χρόνο πριν βρισκόμουν στην λαϊκή αγορά στην Αμφιάλη με τη μαμά μου. Ανάμεσα στους πάγκους βρισκόταν ένας Πακιστανός με το φορητό ψυγειάκι του και πουλούσε ψάρια. Στην ιχθυόσκαλα οι ψαράδες που διαθέτουν άδειες στέλνουν με τη βάρκα μετανάστες, και στο τέλος της βάρδιάς τους τούς πληρώνουν με μερίδιο απ’ την ψαριά. Αυτός είναι ο μισθός τους και η μόνη τους απολαβή. Οι άνθρωποι πουλούν μετά τα ψάρια τους δουλεύοντας ουσιαστικά διπλά για ν’ αποκομίσουν κάποιο εισόδημα. Ένας τέτοιος ήταν κι αυτός, στεκόταν στην άκρη του δρόμου και διαλαλούσε την πραμάτεια του όταν πλησίασε ένας μπρατσωμένος σεκιουριτάς (υποθέτω ότι πρόκειται για ιδιωτική εταιρία της υπηρεσίες της οποίας μισθώνει ο δήμος για να «περιπολεί» την λαϊκή αγορά) και απαίτησε απ’ τον μετανάστη να πάρει τα ψάρια του και να φύγει. Ο άνθρωπος έκανε να τα μαζέψει και τότε το ελληνικό δίποδο άρχισε να τον βρίζει και να τον απειλεί, ύστερα κλώτσησε το καλάθι του και σκόρπισε όλα τα ψάρια στο δρόμο. Ο Πακιστανός τράβηξε σουγιά και στάθηκε μπροστά απ’ τον σεκιουριτά. Ο κόσμος γύρω βρισκόταν σε αλαλούμ. Ο Έλληνας αφηνιασμένος να βρίζει και να φτύνει ξεστομίζοντας χυδαιότητες που θα ζήλευαν οι επίσημοι υποστηρικτές της φυλετικής καθαρότητας. Ο Πακιστανός πήρε το άδειο καλάθι του και έφυγε. Ο υπερασπιστής της νομιμότητας της λαϊκής αγοράς έφυγε με το κεφάλι ψηλά, φουσκωμένος από τίμια οργή. Οι αυτόπτες μάρτυρες σχολίασαν: «Μα τον είδατε τον Πακιστανό; Αμέσως να πετάξει μαχαίρι. Κανένας σεβασμός στη χώρα που τον φιλοξενεί». Εγώ έκατσα και κοίταζα τα ψάρια. Μιας μέρας δουλειά τα ψάρια, κι άλλης μιας μέρας το πούλημα. Σκορπισμένα τώρα στο δρόμο. Στο σπίτι ίσως ένα τσούρμο παιδιά χωρίς ψωμί. Και το διακύβευμα να είναι ένα μαχαίρι που πρακτικά τραβήχτηκε σε αυτοάμυνα, και δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ.
Διαβάζω σήμερα για τον ελεγκτή στην γραμμή 13 του τρόλεϊ (εδώ) που τρομοκράτησε τους Μπαγκλαντεσιανούς επιβάτες ουρλιάζοντας «Εγέρθητω, ρε. Εδώ είναι Ελλάδα», και λίγο αργότερα μπροστά στα ΜΑΤ: «Eγώ είμαι φασίστας και Χρυσή Αυγή και θα μιλάω όπως θέλω και θα κάνω ό,τι θέλω». Σήμερα σε συζήτηση στο FB ένα νέο παιδί που επιμένει πως δεν είναι Χρυσαυγίτης υποστήριζε με πάθος τα εξής: «Εγώ δε μπορώ να κατανοήσω πως είναι δυνατόν μια χώρα τόσο ένδοξη σαν την Ελλάδα αυτή τη στιγμή να συνυπογράφει στη θανατική της καταδίκη.Έχετε συνειδητοποιήσει που ακριβώς βρίσκεται η χώρα?Έχετε γνώση του ότι όλα αυτά τα χρόνια ορισμένοι πολιτικοί,σαφώς με τη συνδρομή των εσωκομματικών και εξωκομματικών φορέων,διέλυσαν ολοσχερώς τον τόπο,απομύζησαν την ελληνική οικονομία,εξεχώρησαν την εθνική κυριαρχία και δήμευσαν τον πλούτο μας?Γνωρίζετε οτι η Αθήνα είναι η πιο ρυπαρή και αποκρουστική πρωτεύουσα της Ευρώπης?Αγνοείτε το γεγονός ότι ανά κάθε 3 Έλληνες αντιστοιχεί ένας μετανάστης και μάλιστα παράνομος?Δεν είμαι ρατσιστής.Αγαπώ όλα τα έθνη και σέβομαι όλους τους ανθρώπους αλλά δε θα υποχρεωθώ να συνταυτιστώ με μετανάστες άνευ άδειας,υγειονομικών εξετάσεων και δυνατότητος αφομοιώσεως.Και εν πάση περιπτώσει επιθυμώ Ελβετίδες και Σουηδέζες μετανάστριες,Αμερικανούς επιστήμονες και Άγγλους τουρίστες.Δε γουστάρω στη χώρα μου να έχω όλο το Μπαγκλαντές.Αν εσάς σας αρέσει,τι να πω.Είστε απλά κακόγουστοι.Και δε θα μείνω σε αυτό.Η εκπαίδευση διαλυμένη,ο γραφειοκρατικός μηχανισμός εμπόδιο σε κάθε διευκόλυνση και αρωγός της επιχειρηματικής υστερήσεως,διαπλεκόμενα συμφέροντα στα ύψη,κομμουνιστές και αριστεροί να μάχονται κατά της ανάπτυξης και μια πληθώρα άλλων ενεργειών που έχουν μετατρέψει τη χώρα σε μπουρδέλο.Σε αυτά να σταθείτε.Αυτά θα πρέπει να σας απασχολούν και θα πρέπει να κατατρέξετε αυτούς που ευθύνονται για τη συντήρηση αυτού του ονείδους.Δε συμφωνώ σε όλα με τη Χρυσή Αυγή,ωστόσο διαφωνώ λιγότερο σε σχέση με τις διαφωνίες που έχω με τους άλλους και σαφώς είμαι πεπεισμένος ότι είναι ειλικρινείς πατριώτες». Η δημοσιογράφος Ξένια Κουναλάκη δέχεται απειλές για τη ζωή της από την Χρυσή Αυγή (εδώ). Ο αλβανικής καταγωγής blogger/δημοσιογράφος Niko Ago υφίσταται μια διαδικτυακή τρομοκρατία (εδω) με φωτογραφίες του να κυκλοφορούν σε ακροδεξιά φόρουμ και απειλές να εκτοξεύονται ανεξέλεγκτες κατά του προσώπου του.
Είναι απολύτως προφανές ότι διολισθαίνουμε προς ένα πολύ επικίνδυνο μονοπάτι όταν απειλές και ξυλοδαρμοί βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη, όταν η κοινωνία μπολιάζεται με την κουλτούρα της βίας και της παράνοιας. Έχουν μεταβληθεί οι ιδεολογικές δομές, και η βία έχει γίνει αποδεκτό διαπραγματευτικό εργαλείο. Το μνημόνιο και η οικονομική ύφεση είναι απλά αφορμές. Το πρόβλημα είναι βαθιά πολιτικό και εξαπλώνεται όσο περνούν οι μέρες και αυξάνεται το κλίμα πόλωσης. Αυξάνεται και επεκτείνεται. Ο καθένας έχει κάνει παντιέρα το δίκιο του και το ανεμίζει στα μούτρα του άλλου, δεν τον απασχολεί πια η ανταλλαγή απόψεων, ο διαλεκτικός διαξιφισμός, κανείς δεν θέλει να πειστεί για κάτι αντίθετο απ’ αυτό που πιστεύει, αντιθέτως, προσπαθεί να επιβάλλει αυτό που πιστεύει πέρα από κάθε όριο και με κάθε τρόπο, ακόμα και σε καθημερινές συζητήσεις. Κολλάμε ταμπέλες με την πρώτη ευκαιρία: αυτός είναι Χρυσαυγήτης, αυτός είναι Συριζαίος, αυτός είναι Κομμούνι, θάνατος στον Πασόκο και τον Νεοδημοκράτη, είναι αναρχικός, είναι μπαχαλάκιας, είναι λαθρομετανάστης, είναι μολυσμένη πόρνη, είναι, είναι, είναι… Κανείς πια δεν φαίνεται να είναι άνθρωπος. Ή κανείς δεν θέλει να είναι. Αλλά εγώ επιμένω. Όλ’ αυτά τα φαινόμενα πρέπει να έχουν μόνο μια ανάγνωση: όταν άνθρωπος ξυλοφορτώνει άνθρωπο· όταν άνθρωπος εξευτελίζει άνθρωπο· όταν άνθρωπος απειλεί άνθρωπο. Εδώ που φτάσαμε, πώς μπορεί να σταματήσει η κατρακύλα; Πόσο χειρότερα θα είναι τα πράγματα αύριο; Μπορούμε να κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια περιμένοντας το επόμενο θύμα; Μπορούμε να κάνουμε κάτι για να το εμποδίσουμε;
Ενα πράγμα μόνο. Μιλήστε. Ενημερώστε. Επικοινωνήστε. Μην περιχαρακώνεστε μέσα σε μια άποψη. Μην απαξιώνετε τον συνομιλητή σας. Ακούστε τί έχει να σας πει και εξηγείστε όταν χρειάζεται την αντίθετη άποψη με στοιχεία και ψυχραιμία. Χρησιμοποιήστε τα social media για να κρατήσετε έστω και έναν άνθρωπο μακριά απ’ τις ακραίες αποκλίσεις. Ένας άνθρωπος είναι τεράστιο κέρδος. Κι αν το παιχνίδι είναι χαμένο ας μην εγκαταλείψουμε την προσπάθεια. Αυτός ο κόσμος είναι και δικός μας κόσμος. Δικός μου. Και δεν μ’ αρέσει έτσι όπως είναι. Και θα προσπαθήσω να τον αλλάξω στο μέτρο που μπορώ.
Οι υπόλοιπες φωτογραφίες της 7ης Μαΐου 2012 εδώ.