Χειρότερη απ’ τη μοναξιά του μόνου
η μοναξιά αυτού που περιμένεις και δεν έρχεται.
Ατέλειωτες οι ώρες της αναμονής∙
σιωπή∙
απογοήτευση.
Η επίγνωση του μάταιου:
γι’ αυτό που δεν τελειώνει, ούτε κι αρχίζει.
Στιγμές που περνούν χωρίς να φέρνουν τίποτα∙
μέρες άγονες, χωρίς ανταπόκριση,
χωρίς φωνή.
Ζητάς ένα χάδι∙ όχι φιλί, όχι.
Ένα άγγιγμα μόνο για να πιστέψεις πως είσαι άνθρωπος.
Την ζεστασιά του δέρματος πάνω στο δέρμα.
Βαράς γροθιά στον τοίχο∙
ματώνουν οι αρθρώσεις, μα ο τοίχος δεν υποχωρεί.
Ο τοίχος είναι ψηλός, παντού τριγύρω,
βλέπεις μόνο ένα κομμάτι ουρανό κι αυτό δεν φτάνει.
Και περιμένεις.
Πάντα περιμένεις:
πως κάτι θ’ αλλάξει∙
κάτι θα μεταβληθεί∙
και τίποτα ποτέ δεν αλλάζει, τίποτα δεν μεταβάλλεται.
Χαμένος χρόνος∙ χαμένα όνειρα.
Ματαιωμένες ελπίδες.
Κι έπειτα ξεχνάς να ελπίζεις και ξεχνάς να ονειρεύεσαι.
Μόνο περιμένεις.
Χάνεις τις όμορφες λέξεις
μέσα στην άβυσσο που σε καταπίνει ολόκληρο.
Χάνεις τον εαυτό σου.
Και παραιτείσαι.