«Θα έρθεις το βράδυ στην παμπ;», με ρώτησε η Σαμ.

«Έχω να γράψω δυο ανακοινώσεις σε δέκα μέρες, και πραγματικά πρέπει να δουλέψω κάποια στιγμή», απάντησα.

«Δηλαδή θα δουλέψεις απόψε;», με ρώτησε η Μαριάννα.

«Πρέπει να δουλέψω».

«Αλλά θα δουλέψεις;», επέμεινε.

«Όχι… Μάλλον όχι», παραδέχτηκα.

«Ωραία, πάμε στην παμπ, έχει κουίζ!», είπαν κι οι δυο μ’ ένα στόμα, μια φωνή.

 

Στις οκτώ και μισή το βράδυ μας πήρε η Σαμ με τ’ αυτοκίνητο από το σπίτι της Μαριάννας και κατευθυνθήκαμε προς το Φούλφορντ. Είχα περάσει πολλές φορές έξω απ’ την συγκεκριμένη παμπ πέρυσι, όταν δούλευα σ’ ένα ξενοδοχείο στην περιοχή, και διάβαινα τον δρόμο εκείνο κάθε πρωί στις έξι και μισή ή κάθε βράδυ στις εντεκάμιση. Σε καμιά περίπτωση δεν θα μπορούσα να επισκεφτώ την παμπ σε αυτές τις εξωφρενικές ώρες, και σε άλλη περίπτωση δεν με έβγαζε ο δρόμος μου από ‘κείνα τα μέρη.

Εχθές το βράδυ λοιπόν περάσαμε τον κεντρικό δρόμο του Φούλφορντ και παρκάραμε στην πίσω αυλή. Μπήκαμε στην παμπ από την πίσω πόρτα. Η Σαμ και η Μαριάννα με προειδοποίησαν για τους σκύλους. «Εσένα σ’ αρέσουν οι σκύλοι, ε;», με ρώτησε η Μαριάννα. «Δεν έχω πρόβλημα», απάντησα. Δεν είχα καταλάβει πως σοβαρολογούσαν. Μπαίνοντας στο μαγαζί το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση ήταν η σπιτίσια ατμόσφαιρα. Γενικώς στην Βρετανία οι παμπ είναι κάτι σαν το ελληνικό συνοικιακό καφενείο, ή ό,τι ήταν παλιά οι ταβέρνες, ένας ανεπίσημος χώρος συνάθροισης όπου μπορείς να πιεις και να φας, να χαλαρώσεις και να πεις καμιά βλακεία, να παρακολουθήσεις στην (τεράστια) τηλεόραση αγώνες ποδοσφαίρου, και γενικώς να περάσεις την ώρα σου ευχάριστα. Το pub quiz είναι μια βρετανική παράδοση των τελευταίων σαράντα περίπου χρόνων (σύμφωνα με την Wikipedia), και λειτουργεί ως εξής, μια καθορισμένη μέρα την εβδομάδα οι θαμώνες μιας παμπ μαζεύονται, πληρώνουν μια λίρα εισιτήριο, χωρίζονται σε ομάδες και παίζουν ένα παιχνίδι τύπου trivia, όπου κάποιος απ’ το μπαρ ρωτάει ερωτήσεις γενικού περιεχομένου, οι ομάδες σημειώνουν τις απαντήσεις σε ένα χαρτί και στο τέλος η ομάδα που συγκεντρώνει τους περισσότερους πόντους κερδίζει (το βραβείο καθορίζεται απ’ την διεύθυνση και συνήθως αφορά σε δωρεάν ποτά ή και κάποιο γεύμα).

Δεν είχα ξαναβρεθεί σε pub quiz πριν, αν και κοντεύω να συμπληρώσω τρία χρόνια στην Αγγλία. Το ομολογώ, μεγάλη παράληψη. Μπήκαμε στην παμπ και αμέσως παρατήρησα ότι οι πάντες ήταν εντελώς  χαλαροί κι άνετοι. Δυο σκυλιά, η Μάγκυ, μεγάλου μεγέθους και ο Νόα, τεραστίων διαστάσεων, έκοβαν βόλτες ανενόχλητα. Πάνω απ’ το μπαρ τρεις επιγραφές: «Καφές και τσάι σερβίρονται όλη μέρα», «Παρακαλείσθε να μην βωμολοχείτε» και «Καλότροπα σκυλιά είναι ευπρόσδεκτα». Δυσκολεύτηκα κάπως να καταλάβω πώς στο καλό θα μπορούσαν να χωρέσουν κι άλλα σκυλιά εκεί μέσα. Όχι ότι ο χώρος ήταν στενός ή κάτι τέτοιο, αλλά ο Νόα είναι όπως προείπα ένα τεραστίων διαστάσεων γκρέιχαουντ και αρκετά κτητικός με την περιοχή του –ως περιοχή του αντιλαμβάνεται ολόκληρο το μαγαζί μέσα στο οποίο περιδιαβαίνει σαν άρχοντας. Μέσα στο ημίφως και την φιλική ατμόσφαιρα, κατευθυνθήκαμε στο μπαρ όπου και παρήγγειλα την πρώτη ξανθιά που έπεσε στην αντίληψή μου. Μπύρα ντε. Η Μαριάννα μισό pint Guinness και η Σαμ τσάι∙ ήθελε να αφοσιωθεί πλήρως στο παιχνίδι.

Στην επίπλωση μιας παμπ συνήθως κυριαρχεί το ξύλο, σκούρο ξύλο, και παράταιρα έπιπλα. Εμείς καθίσαμε σε μια γωνιά επιπλωμένη με έναν δερμάτινο τριθέσιο καναπέ και δυο ασορτί πολυθρόνες∙ εγώ στην πολυθρόνα. Η ομάδας μας αποτελούνταν από την Μαριάννα, την Σαμ, δυο Σάιμον κι εμένα. Από τις πενήντα ερωτήσεις είναι ζήτημα αν ήξερα σωστά τις πέντε, τις γενικών γνώσεων∙ όσες είχαν να κάνουν με την βρετανική pop culture κυριολεκτικά πέρασαν και δεν ακούμπησαν. Δεν νομίζω ότι συνεισέφερα ιδιαιτέρως στην ομάδα, και στο τέλος ήρθαμε δεύτεροι με (μεγάλη) διαφορά από τους πρώτους. Σε γενικές γραμμές είμαι ιδιαιτέρως ανταγωνιστικός άνθρωπος, όμως όταν το παιχνίδι είναι χαμένο από χέρι αρέσκομαι να δηλώνω πως η χαρά της συμμετοχής μετράει. Και για χθες το βράδυ αυτό περιέργως ίσχυε στην πραγματικότητα. Χαλαρώσαμε, γελάσαμε, χάσαμε, αλλά δεν τρέχει και τίποτα. Κατά το μέσον της βραδιάς περίπου άνοιξε η πόρτα και μπήκε ένα ζευγάρι μ’ έναν μεγαλόσωμο σκύλο που κρατούσε στο στόμα ένα κόκκαλο με μεδούλι. Η Μάγκυ κι ο Νόα όρμηξαν γαυγίζοντας να υπερασπιστούν την περιοχή τους. Ο Νόα έκλεψε το κόκαλο όλο θράσσος. Δεν έχω δει πιο παραπονεμένο βλέμμα απ’ αυτό του σκύλου που του πήραν το κόκκαλο μέσα απ’ το στόμα. Η Νορβηγίδα ιδιοκτήτρια της παμπ μάλωσε το γκρέιχαουντ και επέστρεψε το κόκαλο στον αρχικό του κάτοχο. Το ζευγάρι κάθισε σε μια απόμερη άκρη και ο Νόα απλά ξάπλωσε σε μέρος που του επέτρεπε την παρατήρηση του «εισβολέα». Αφού είδα και σκυλοκαυγά σε παμπ, νομίζω ότι τα έχω πια δει όλα.