Victor Hugo
Μετάφραση απ’ τα Γαλλικά: Εβίτα Λύκου
Ποιανού το σφάλμα;
-Εσύ έβαλες φωτιά στη Βιβλιοθήκη;
– Ναι, εγώ άναψα αυτή τη φλόγα.
-Μα αυτό είναι ένα έγκλημα αδιανόητο!
Έγκλημα που διαπράττεις ενάντια στον ίδιο σου τον εαυτό, αχρείε!
Πας να σκοτώσεις την ακτινοβολία της ψυχής σου!
Είναι ο ίδιος σου ο δαυλός που σβήνεις!
Αυτό που η ασεβής λύσσα και η τρέλα σου τολμά να κάψει,
Είναι το αγαθό σου, ο θησαυρός σου, η προίκα σου, η κληρονομιά σου!
Το βιβλίο είναι ενάντια στην εξουσία και άρα προς όφελος σου.
Το βιβλίο πάντα σε υποστηρίζει
Μια βιβλιοθήκη είναι πράξη πίστης
Ακόμα κι αυτών των ζοφερών γενεών
Που φέρνουν μέσα στη νύχτα μαρτυρίες της αυγής.
Πώς, σε αυτό το σεβάσμιο σώμα από αλήθειες,
Σ’ αυτά τα αριστουργήματα, τα γεμάτα κεραυνούς και φως,
Σε αυτά τα μνημεία των καιρών που έγιναν κιβωτοί γνώσης
Στους αιώνες, στον άνθρωπο της αρχαιότητας, στην ιστορία,
Στο παρελθόν, διδαχή που συλλαβίζει το μέλλον,
Σε αυτό που ξεκίνησε για να μην τελειώσει ποτέ,
Στους ποιητές, πώς, στην άβυσσο της βίβλου,
Στο έξοχο πλήθος των φοβερών Αισχύλων,
Των Ομήρων, των Ιώβ, που ορθώνονται στον ορίζοντα,
Στον Μολιέρο, τον Βολτέρο και τον Καντ, στον ορθό λόγο,
Εσύ ρίχνεις, άθλιε, έναν αναμμένο πυρσό!
Παραδίνεις ολόκληρο το ανθρώπινο πνεύμα στις φλόγες!
Έχεις λοιπόν ξεχάσει ότι ο απελευθερωτής σου
Είναι το βιβλίο; Το βιβλίο βρίσκεται εκεί, στο ύψωμα·
Λάμπει· γιατί αστράφτει και φωτίζει,
Αφανίζει το ικρίωμα, τον πόλεμο, την πείνα·
Μιλά· υπέρ του σκλάβου και του παρία
Άνοιξε ένα βιβλίο. Πλάτωνα, Μίλτων, Μπεκαριά.
Διάβασε αυτούς τους προφήτες, Δάντη, ή Σαίξπηρ, ή Κορνήλιο·
Η ψυχή τους μεγαλώνει απεριόριστα και ξυπνάει μέσα σου·
Κατάπληκτος, αισθάνεσαι ίσος μ’ αυτούς·
Διαβάζοντας γίνεσαι εμβριθής, σκεπτόμενος, προσφιλής·
Αισθάνεσαι μέσα στο πνεύμα σου όλους αυτούς τους μεγάλους άνδρες να βλασταίνουν·
Σε διδάσκουν όπως η αυγή φωτίζει τα σκοτεινά κελιά·
Καθώς στο μεγαλείο τους βουτάει η καρδιά σου,
Η ζεστή ακτινοβολία τους σε ηρεμεί και σε ζωντανεύει·
Η ψυχή σου, γεμάτη ερωτήματα, είναι έτοιμη για την απάντηση τους·
Το καταλαβαίνεις καλά, ύστερα καλύτερα· αισθάνεσαι να λιώνουν
Όπως το χιόνι στη φωτιά, η υπερηφάνεια σου, η μανία σου,
Το κακό, οι προκαταλήψεις, οι βασιλιάδες, οι αυτοκράτορες!
Γιατί η επιστήμη έρχεται πρώτη στον άνθρωπο.
Ύστερα έρχεται η ελευθερία. Όλα αυτά λάμπουν,
Και βρίσκονται μέσα σου, και είσαι εσύ που τα σβήνεις!
Τα σχέδια που εσύ μηχανεύεσαι είναι επηρεασμένα από τα βιβλία.
Εισερχόμενο στο λογισμό σου, το βιβλίο χαλαρώνει μέσα του
Τα δεσμά με τα οποία η πλάνη καθηλώνει την αλήθεια,
Γιατί κάθε συνείδηση είναι ένας γόρδιος δεσμός.
Είναι το γιατρικό σου, ο οδηγός σου, ο φύλακας σου.
Θεραπεύει το μίσος σου· εξαλείφει την τρέλα σου.
Να τι χάνεις, αλίμονο, με αυτό σου το σφάλμα!
Το βιβλίο είναι ο πλούτος σου! Είναι η γνώση.
Το δίκαιο, η αλήθεια, η αρετή, το καθήκον.
Η πρόοδος, ο ορθός λόγος που διαλύει την παραφροσύνη.
Και εσύ όλα αυτά τα καταστρέφεις, εσύ!
-Δεν ξέρω να διαβάζω.
Επειδή τα γαλλικά μου είναι κάπως φτωχά και δεν είμαι βέβαια για τη μετάφραση παραθέτω και το γαλλικό πρωτότυπο, κάθε διόρθωση ευπρόσδεκτη.
A qui la faute ?
-Tu viens d’incendier la Bibliothèque ?
-Oui.
J’ai mis le feu là.
-Mais c’est un crime inouï !
Crime commis par toi contre toi-même, infâme !
Mais tu viens de tuer le rayon de ton âme !
C’est ton propre flambeau que tu viens de souffler !
Ce que ta rage impie et folle ose brûler,
C’est ton bien, ton trésor, ta dot, ton héritage !
Le livre, hostile au maître, est à ton avantage.
Le livre a toujours pris fait et cause pour toi.
Une bibliothèque est un acte de foi
Des générations ténébreuses encore
Qui rendent dans la nuit témoignage à l’aurore.
Quoi ! dans ce vénérable amas des vérités,
Dans ces chefs-d’œuvre pleins de foudre et de clartés,
Dans ce tombeau des temps devenu répertoire,
Dans les siècles, dans l’homme antique, dans l’histoire,
Dans le passe, leçon qu’épelle l’avenir,
Dans ce qui commença pour ne jamais finir,
Dans les poëtes ! quoi, dans ce gouffre des bibles,
Dans le divin monceau des Eschyles terribles,
Des Homéres, des Jobs, debout sur l’horizon,
Dans Molière, Voltaire et Kant, dans la raison,
Tu jettes, misérable, une torche enflammée !
De tout l’esprit humain tu fais de la fumée !
As-tu donc oublie que ton libérateur,
C’est le livre ? le livre est là sur la hauteur ;
Il luit ; parce qu’il brille et qu’il les illumine,
Il détruit l’échafaud, la guerre, la famine ;
Il parle ; plus d’esclave et plus de paria.
Ouvre un livre. Platon, Milton, Beccaria.
Lis ces prophètes, Dante, ou Shakespeare, ou Corneille;
L’âme immense qu’ils ont en eux, en toi s’éveille ;
Ebloui, tu te sens le même homme qu’eux tous ;
Tu deviens en lisant grave, pensif et doux ;
Tu sens dans ton esprit tous ces grands hommes croître ;
Ils t’enseignent ainsi que l’aube éclaire un cloître ;
A mesure qu’il plonge en ton cœur plus avant,
Leur chaud rayon t’apaise et te fait plus vivant ;
Ton âme interrogée est prête à leur répondre ;
Tu te reconnais bon, puis meilleur ; tu sens fondre
Comme la neige au feu, ton orgueil, tes fureurs,
Le mal, les préjugés, les rois, les empereurs !
Car la science en l’homme arrive la première.
Puis la liberté. Toute cette lumière,
C’est à toi, comprends donc, et c’est toi qui l’éteins !
Les buts rêvés par toi sont par le livre atteints.
Le livre en ta pensée entre, il défait en elle
Les liens que l’erreur à la vérité mêle,
Car toute conscience est un nœud gardien.
Ta haine, il la guérit ; ta démence, il te l’ôte.
Voilà ce que tu perds, hélas, et par ta faute !
Le livre est la richesse à toi ! c’est le savoir.
Le droit, la vérité, la vertu, le devoir.
Le progrès, la raison dissipant tout délire.
Et tu détruis cela, toi !
-Je ne sais pas lire.