Προσοχή: το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα άρθρο αυστηρώς γνώμης και μόνο ως τέτοιο πρέπει να διαβαστεί.

«Ο Λαός της Νέας Δημοκρατίας είναι σοκαρισμένος απ’ το αποτέλεσμα»· πρόκειται για τα λόγια μέλους της απερχόμενης κυβέρνησης το βράδυ της 4ης Οκτωβρίου 2009. Στο πνεύμα αυτό οι δηλώσεις των Νεοδημοκρατών προσκεκλημένων σε πάνελ και παράθυρα καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας κατέληγαν στο ότι «πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να παρηγορήσουμε τους ανθρώπους μας». Για μένα η –πολιτική– αυτή στάση είναι που συνοψίζει το παθητικό της κρατούσας Δεξιάς παράταξης. Το ότι φαίνεται δηλαδή για την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας πως υπάρχει στη χώρα ο «λαός» τους, κι όλος ο υπόλοιπος λαός, με αποτέλεσμα το ύφος, το ήθος και εμπράκτως η τοποθέτηση της Δεξιάς να κινούνται μεθοριακά της πόλωσης και γνώριμων μετεμφυλιακών κλισέ –εν έτει 2009.

Κι αν αυτή είναι η τοποθέτηση της ηγεσίας της Νέας Δημοκρατίας, ποια είναι η τοποθέτηση της πολιτικής βάσης του κόμματος; Δεν είμαι δημοσκόπος, εκλογολόγος ή κοινωνικός-πολιτικός επιστήμονας. Είμαι όμως ένας άνθρωπος παρατηρητικός και με μια αναγνωρισμένη αναλυτική ικανότητα. Έχω σήμερα στο Facebook χίλιους τριάντα επτά φίλους, τους μισούς περίπου από τους οποίους δεν γνωρίζω προσωπικά. Ανάμεσά τους βρίσκονται άνθρωποι όλων των ηλικιών, των πολιτικών τοποθετήσεων, από διάφορα επαγγελματικά και κοινωνικά περιβάλλοντα. Κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου το Facebook λειτούργησε σαν ένα πολιτικό καζάνι, προβάλλοντας τις πολιτικές τοποθετήσεις ακόμα και ανθρώπων που δεν έχουν στο παρελθόν εκφράσει πολιτική άποψη δημοσίως. Με αληθινή πίκρα έφτασα λοιπόν να βλέπω σ’ αυτό τον δημόσιο χώρο παιδιά ηλικίας είκοσι έως εικοσιπέντε χρόνων να εκφράζουν συλλήβδην την θέση πως «πάση θυσία πρέπει να διατηρήσουμε την εξουσία»· παραβλέποντας την τρέχουσα τραγική κατάσταση της Ελληνικής κοινωνίας· παραβλέποντας το γαϊτανάκι των σκανδάλων στα οποία η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ενεπλάκη τα τελευταία πεντέμισι χρόνια· παραβλέποντας ακόμα κι εκείνη την προδοτική απόφαση του αρχηγού τους να προκηρύξει εκλογές που με μαθηματική ακρίβεια επρόκειτο να οδηγήσουν σε ήττα –το μέγεθος της οποίας μάλλον δύσκολα μπορούσαν και οι ίδιοι να υποψιαστούν. Ανεξάρτητα απ’ τις επιλογές του Κ. Καραμανλή όμως, το διακύβευμα εδώ για την συσπειρωμένη εκλογική βάση ήταν η εξουσία, και στόχος η διατήρησή της πάση θυσία και ανεξαρτήτως συνεπειών. Συζήτηση για αρχές, για στόχους, για ιδεολογική τοποθέτηση –έστω δεξιά τοποθέτηση, η ιδεολογία είναι πάντα σεβαστή– δεν είδα και δεν άκουσα πουθενά. Όραμα, ελπίδα, ενδιαφέρον για το κοινό μέλλον δεν διατυπώθηκε από κανέναν –γνωστό μου τουλάχιστον– «βαμμένο» ψηφοφόρο της Νέας Δημοκρατίας. Δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου, τέλος πάντων.

Αυτά τα συμπεράσματα όπως προκύπτουν απ’ τα εμπειρικά δεδομένα οδηγούν ένα βήμα πιο κοντά σε μια ακόμα πιο δραματική συνειδητοποίηση. Καθώς έχω την τάση να εμπλέκομαι σε πολιτικές συζητήσεις που μόνο εκνευρισμό μου προκαλούν, και στο πλαίσιο αυτό συνομιλώντας με μια σειρά από γνωστούς και φίλους άρχισα να λαμβάνω όλο και πιο έντονα το μήνυμα της «ωφελιμιστικής ψήφου». Αναφέρομαι μ’ αυτό στην παραδοσιακή έννοια του ρουσφετίου, που πίστευα αφελώς ότι αν δεν έχει εξ ολοκλήρου εκλείψει, περιορίζεται τέλος πάντων σε ανώτερους κύκλους διαπλοκής. Κι όμως, συνειδητοποιώ ότι καθημερινοί άνθρωποι, συγγενείς και φίλοι, έφτασαν στην κάλπη όχι με απόψεις, ιδεολογία και ελπίδες, αλλά με κανονική ατζέντα πολύ σαφών υποσχέσεων. Και επιπλέον –και κατά τη γνώμη μου χειρότερο ακόμα– οι άνθρωποι αυτοί δεν είχαν κανέναν ενδοιασμό στο να παραδεχτούν ότι οι επιλογές τους ορίστηκαν αποκλειστικά απ’ το προσωπικό συμφέρον, και να επιμείνουν φανατικά στην άποψη ότι ΟΛΟΣ ο κόσμος με τα ίδια κριτήρια αποφασίζει. Γενικευτικά λοιπόν, θα έλεγα ότι στην μεγάλη της πλειονότητα η εκλογική βάση της Νέας Δημοκρατίας αποτελείται είτε από ανθρώπους που πεισματικά θέλουν να είναι «αυτοί» που κυβερνάνε –κι ας υποφέρουν τα πάνδεινα μαζί με τον υπόλοιπο πληθυσμό– είτε έχουν να εξαργυρώσουν επιταγές που αφορούν σε προσωπικά οφέλη. Μπορώ να υποθέσω ότι κάπως, κάπου, ενδεχομένως υπάρχει κι ένας Νεοδημοκράτης που πραγματικά πιστεύει ότι το να επιλέξει την εν λόγω παράταξη είναι η θετικότερη επιλογή για το κοινωνικό σύνολο, όμως δεν τον έχω ποτέ συναντήσει. Ή αν τον έχω συναντήσει, μάλλον ορίζουμε διαφορετικά και το κοινωνικό σύνολο, και την θετική επιλογή.

Μακρηγόρησα αρκετά για να φτάσω στο ζητούμενο αυτού του κειμένου, όμως λίγη υπομονή, το πλησιάζω με βήμα ταχύ. Οι προσωπικές μου πολιτικές επιλογές είναι λίγο έως πολύ γνωστές. Όλοι μου οι γνωστοί ξέρουν τι ψήφισα και υποθέτω ότι όλοι μου οι φίλοι στο Facebook έχουν εύκολα καταλήξει στο σωστό συμπέρασμα από την γενική μου διαδικτυακή δράση. Η άποψη μου εν γένει πάνω σ’ αυτό το θέμα είναι ότι έξω από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς η μυστικότητα της πολιτικής τοποθέτησης, μολονότι απολύτως σεβαστή, δεν είναι απαραίτητη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, και στις λίγες ώρες που έχουν μεσολαβήσει απ’ την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων αισθάνομαι διαρκώς και συνέχεια θύμα της μηδενιστικής, ολοκληρωτικής εξομοίωσης που δεν εντοπίζει καμιά διαφορά ανάμεσα στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και την Νέα Δημοκρατία –σε ακραίες περιπτώσεις οι υποστηρικτές της παραπάνω θέσης φτάνουν να μιλούν για πλήρη ταύτιση. Προσωπικά τυχαίνει να προέρχομαι από μια οικογένεια που δεν είχε ποτέ τίποτα να λαμβάνει από κανέναν φορέα εξουσίας. Μια οικογένεια που παραδοσιακά και σταθερά εντάσσεται στον χώρο της δημοκρατικής κεντροαριστεράς και δεν έχει ποτέ ζητήσει να το εξαργυρώσει από κανένα όργανό της. Έχω γνωστούς που απορούν για ποιο λόγο ενώ δηλώνω το τι ψηφίζω δεν θέλησα να επωφεληθώ για τα εισιτήριά μου από την Αγγλία. Ο λόγος είναι ότι για μένα η ψήφος μου έχει αποκλειστικά και μόνο ιδεολογικό χαρακτήρα και δεν επιθυμώ να χρωστάω έστω και το ελάχιστο σε κανέναν κομματικό μηχανισμό. Δεν θέλω η ψήφος αυτή που θεωρώ ιερό μου δικαίωμα να μολυνθεί από τον ελάχιστο καιροσκοπισμό. Κι αυτή η στάση μου αφορά σε όλους τους τομείς της ζωής μου. Και αυτό είναι κάτι που το επιλέγω. Και οι λόγοι μου είναι πολύ σαφείς και συνειδητοποιημένοι. Πιστεύω ότι η πολιτική και οι πολιτικοί έχουν χρέος να υπηρετούν το σύνολο, και ότι μόνο μέσα απ’ την ευημερία του συνόλου μπορεί να έρθει και η προσωπική ευημερία. Μου είναι πλήρως αδιάφορη η προοπτική ενός διορισμού μου σε «μια καλή θεσούλα» όταν η ελληνική πραγματικότητα είναι επώδυνη για όσους την βιώνουν. Θυμώνω με όσους χωρίς ντροπή ελίσσονται στα όρια της νομιμότητας και με πλάγιους τρόπους επιτυγχάνουν να ωφεληθούν εις βάρος όλων των άλλων. Φρίττω με την ιδέα μιας νεολαίας που κοιτά μόνο πώς θα βολευτεί και απ’ τα δεκαοκτώ μετρά τα χρόνια και τις προοπτικές για τη σύνταξη. Γι’ αυτό το λόγο αποφεύγω κάθε είδους κομματική περιχάραξη, ακόμα και –κυρίως– μέσα στο πλαίσιο του κόμματος που ψηφίζω. Για να είμαι υπερήφανη για τις επιλογές μου, ακόμα κι αν αυτές δεν με δικαιώσουν, θέλω να αισθάνομαι απολύτως ελεύθερη και ανεξάρτητη να τις κάνω χωρίς ωφελιμιστικές αγκυλώσεις.

Όλες μου οι συζητήσεις τον τελευταίο μήνα έχουν κινηθεί στο πλαίσιο των παραπάνω απόψεων. Και με ενδιαφέρον παρατήρησα λοιπόν, ότι ενώ οι εν λόγω απόψεις προκαλούν έντονη αρνητική αντίδραση και από ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας και –αν και για άλλους λόγους– από φίλους μου, υποστηρικτές των λοιπών αριστερών κομμάτων, στην συντριπτικοί τους πλειονότητα, οι ευσυνείδητοι ψηφοφόροι του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ασπάζονται πλήρως την παραπάνω τοποθέτησή μου. Δεν ισχυρίζομαι σε καμιά περίπτωση ότι το εκατό τοις εκατό των ανθρώπων που ψήφισαν ΠΑ.ΣΟ.Κ. την Κυριακή που μας πέρασε το έκανε για τους λόγους αυτούς, όμως το ρεύμα που προωθεί ο Γιώργος Παπανδρέου σήμερα είναι ένα ρεύμα που προσελκύει παρόμοιες ιδεολογίες. Αυτός είναι ένας, ίσως ο βασικότερος, από τους λόγους για τους οποίους θεωρώ την ταύτιση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την Νέα Δημοκρατία, κάτι το απαράδεκτο και απολύτως προσβλητικό για το σαράντα τέσσερα σχεδόν τοις εκατό των ελλήνων ψηφοφόρων που έκαναν αυτή την επιλογή. Το χειρότερο όλων, είναι ότι εν λόγω οι αφορισμοί προέρχονται βασικά και κυρίως από τον χώρο των κομμάτων της Αριστεράς.

Αυτό μας φέρνει σε ένα ακόμα δράμα της ελληνικής πολιτικής σκηνής. Το γεγονός ότι σήμερα ένας αυτιστικός και φοβισμένος χώρος αριστερής τοποθέτησης –είτε στην κοινοβουλευτική της έκφραση, είτε στους ανεξάρτητους σχηματισμούς της– βρίσκεται να καπηλεύεται τον όρο και την έννοια της Αριστεράς στο σύνολό της. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος δίνει την εντύπωση πως αν η έννοια του copyright δεν ήταν καπιταλιστικής προέλευσης θα κατοχύρωνε τον όρο «Αριστερά» επί ποινή πολλών εκατομμυρίων. Οι λοιποί σχηματισμοί ακολουθούν κατά πόδας, και λοιδορούν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. τεχνηέντως παραβλέποντας το γεγονός ότι η μεγάλη εκλογική του βάση είναι ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικοί πληθυσμού που επιλέγει εντίμως και υπερηφάνως να αυτοπροσδιορίζεται ως δημοκρατική αριστερά. Το αν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει στο ιστορικό του στοιχεία διαφθοράς, κυβερνητικών αποφάσεων που μπορεί ακόμα και να μην εντάσσονται στον ορισμό –αν υπάρχει τέτοιος– της αριστερής πολιτικής φυσικά και πρέπει να συζητηθεί, να καταγγελθεί, να αντιμετωπιστεί. Όμως τίποτα δεν δικαιολογεί το άτιμο παιχνίδι που έπαιξε και παίζει η ελληνική «Αριστερά» εις βάρος της μοναδικής αριστερής δύναμης που μπορεί να έχει κυβερνητική πορεία, και πολύ συχνά προς όφελος μιας εκ του αποτελέσματος επικίνδυνης Δεξιάς. Οι εκπρόσωποι της εγκαθιδρυμένης Αριστεράς που εμφανίζονται στα Μέσα Ενημέρωσης παρουσιάζουν λίγο έως πολύ το ΠΑ.ΣΟ.Κ. σαν ένα δεξιό, νεοφιλελεύθερο κόμμα και συνεπαγωγικά τους ψηφοφόρους του είτε σαν συνειδητοποιημένους δεξιούς είτε σαν βλάκες αριστερούς. Και ενώ συμπεριφέρονται με αυτό τον απαξιωτικό τρόπο προς την εθνική εκλογική βάση επιμένουν να διεκδικούν την ψήφο της χωρίς να μας εξηγούν, γιατί σε τελική ανάλυση θέλουν να τους ψηφίζουν δεξιοί ή βλάκες; Το λειτουργικό τέχνασμα της εξίσωσης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την Νέα Δημοκρατία μόνο βλάπτει ουσιαστικά τον αριστερό χώρο, που αντί να αγκαλιάζει, να στηρίζει, να τροφοδοτεί και να ελέγχει κριτικά ένα κυβερνητικό κόμμα, το απορρίπτει και αποξενώνεται απ’ αυτό προσπαθώντας να καταφέρει πλήγματα στις αριστερές του παρακαταθήκες. Στην παρούσα φάση που η χώρα βρίσκεται σε τέτοια κρίσιμη καμπή αυτό είναι έως και εγκληματικό. Και πόσο μάλλον που εν τω προκειμένω, ό,τι κι αν έχει κανείς να προσάψει στο παλιό κυβερνητικό ΠΑ.ΣΟ.Κ. το κίνημα βρίσκεται αυτή τη στιγμή υπό νέα ηγεσία. Μια ηγεσία που αντί για διχαστικούς πανηγυρικούς παιάνες το βράδυ της νίκης, αντί για θριαμβολογίες εις βάρος των ηττημένων –όπως αυτοί μας είχαν συνηθίσει στις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις– ζήτησε την σύμπραξη «όλων των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας» για να προωθηθεί μια πολιτική που θα ευνοεί το σύνολο. Αν το ΠΑ.ΣΟ.Κ. αποτύχει στην νέα του πορεία θα βρεθεί οπωσδήποτε σε ρήξη με την εκλογική του βάση, όπως έγινε και το 2004, με τους ανθρώπους που ψήφισαν ελπίζοντας –έστω κι αφελώς– σε έναν πιο χαμογελαστό κόσμο. Μέχρι να αποτύχει όμως κάθε επίθεση είναι απλώς κακοήθεια.

Ως δηλωμένη ψηφοφόρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. αισθάνομαι μόνο θιγμένη από την προσπάθεια που γίνεται και αυτή τη στιγμή ακόμα στα ΜΜΕ να μου αρνηθούν είτε την αριστερή μου ταυτότητα, είτε την ευστροφία μου. Η ίδια τακτική αυτή που έχει κάνει τους ψηφοφόρους του ΠΑ.ΣΟ.Κ. εν γένει να ντρέπονται να αποκαλύψουν τι ψηφίζουν, όπως περίτρανα φάνηκε από την αποτυχία των δημοσκοπήσεων και των exit poll να εντοπίσουν τα εντυπωσιακά τελικά ποσοστά εκλογής. Όσο όμως κι αν αντιμετωπίζω αυτό τον πόλεμο στην καθημερινότητά μου, υπάρχει μια ανάμνηση που φυλάω ως θησαυρό, από το 2004, την πρώτη χρονιά που κλήθηκα να ασκήσω το εκλογικό μου δικαίωμα. Ο παππούς μου είναι ένας άνθρωπος άνω των εβδομήντα χρόνων, που αγαπώ πολύ και σέβομαι απεριόριστα. Ένας άνθρωπος που μεσούσης της δικτατορίας είχε δυο μικρά παιδιά στο σπίτι και έμαθε να μην μιλά για την πολιτική και να μην αγγίζει θέματα που θα μπορούσαν ν’ αποβούν επικίνδυνα για την οικογένειά του. Το 2004 όμως, με τις εκλογές προ των πυλών με πήρε παράμερα και μου είπε: «Εγώ την πρώτη φορά που ψήφισα στη ζωή μου ψήφισα τον Γέρο Παπανδρέου, και από τότε έχω τιμή μου ότι δεν έπιασα ποτέ στο χέρι μου δεξιό ψηφοδέλτιο. Σου το λέω για να το ξέρεις». Η δήλωση αυτή από έναν άνθρωπο σαν τον παππού μου σήμαινε για μένα πολλά –μολονότι δεν υπήρξε παράγοντας που να επηρέασε ή να μετάλλαξε την πολιτική μου κρίση. Αυτός ο άνθρωπος, που προχώρησε σε όλη του την ζωή μόνο με τον κόπο των χεριών του, που δεν επωφελήθηκε ποτέ από πολιτικές και παρατάξεις, ο χαμηλών τόνων πάντα, που σε κανέναν δεν προσπάθησε να επιβάλει τις πολιτικές του θέσεις, το βράδυ της Κυριακής και με την ανακοίνωση της οριστικής επικράτησης του Γιώργου Παπανδρέου έβαλε σχεδόν τα κλάματα από την συγκίνηση. Η εξίσωση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την Νέα Δημοκρατία προσβάλει αυτό τον άνθρωπο, προσβάλει εμένα, προσβάλει όλους όσους σήμερα και –έστω– για εκατό μέρες από σήμερα ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο για όλους μας. Και μας προσβάλει κυρίως γιατί γίνεται υστερόβουλα, κακοπροαίρετα και άδικα.

by Evita Lykou on Tuesday, 06 October 2009 at 02:26