Έχουμε καθημερινή επαφή μαζί τους. Θεωρούνται δεδομένες μέσα στο αστικό τοπίο της Αθήνας. Θα μπορούσαμε ποτέ να τις δούμε με άλλο μάτι; Κι όμως, οι στάσεις των λεωφορείων μπορούν να γίνουν κάτι παραπάνω από το «καθαρτήριο» της καθημερινότητάς μας.
Εμείς τις αλλάξαμε. Οι στάσεις των λεωφορείων περνούν σε δεύτερη διάσταση, αφαιρούμε τα χρώματα της ρουτίνας, σβήνουμε τα αγχωμένα πρόσωπα και αυτό που απομένει να δεσπόζει είναι το σκέπαστρο της στάσης στην Ακαδημίας να προστατεύει στοργικά όσους περιμένουν το όχημα που θα τους παρασύρει στο άγχος και τη μονοτονία της πόλης. Οι μορφές των ανθρώπων έχουν παγώσει στον χρόνο, αν και βρίσκονται σε μια κατάσταση που προεξοφλεί την κίνηση.
Όσα εμπόδια κι αν συναντήσει κανείς, εμμένει στην απόφασή του να φτάσει στον προορισμό του πάση θυσία. Τα έργα στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής μπορεί να έχουν περιορίσει το πεζοδρόμιο της οδού Ακαδημίας, αλλά η αναμονή παραμένει. Αν υπάρχει κάτι στη σύγχρονη αστική κουλτούρα που συμβολίζει το αέναο, αυτό είναι τα δρομολόγια των λεωφορείων.
Στους μεγάλους αθηναϊκούς δρόμους συγκεντρώνεται, ίσως, η επιτομή της ανθρώπινης υπομονής. Οι στάσεις των λεωφορείων είναι αραδιασμένες στη σειρά για αρκετά μέτρα. Η ψυχραιμία του ανθρώπου σε όλο της το μεγαλείο.
Κι όμως, πίσω από τις αφετηρίες των λεωφορείων μπορεί να κρύβονται αρχιτεκτονικοί θησαυροί (οι ίδιοι τους οποίους ξεχνάμε να κοιτάξουμε, μέσα στη φούρια της καθημερινότητας, ακόμα κι αν περνάμε από μπροστά τους δέκα φορές την ημέρα). Ας εκμεταλλευτούμε τον χρόνο της αναμονής κι ας κοιτάξουμε γύρω μας. Το λεωφορείο δεν θα έρθει γρηγορότερα αν κοιτάμε το ρολόι μας.
Η πλήξη και η έλλειψη ενδιαφέροντος την ατέλειωτη ώρα της αναμονής μπορεί να οδηγήσουν κάποιους σε αμφίβολες καλλιτεχνικές εκρήξεις. Είναι πιθανώς ένας τρόπος να οικειοποιηθούμε τη στάση απ’ όπου ξεκινάμε κάθε μέρα το ταξίδι μας στην πόλη. Να, λοιπόν, μια στάση με υπογραφή!
Μια άδεια στάση προκαλεί πάντως αίσθημα θλίψης. Οι στάσεις των λεωφορείων είναι χώροι φτιαγμένοι για να φιλοξενούν ανθρώπους. Ελκύουν τη ζωή και τον θόρυβο. Η μοναξιά είναι δυσάρεστη, ιδιαίτερα αν κάτι το έχουμε ταυτίσει με ζωντάνια και φασαρία. Παιδιά που γυρίζουν από το σχολείο το μεσημέρι, ηλικιωμένοι που βγαίνουν βόλτα με τη λιακάδα, νέοι που απολαμβάνουν τη μέρα τους, άνθρωποι όλων των ηλικιών που πηγαίνουν στις δουλειές τους. Χαρούμενοι, λυπημένοι και γκρινιάρηδες. Αφηρημένοι και περίεργοι. Απασχολημένοι με ένα βιβλίο, μια εφημερίδα, ένα κινητό τηλέφωνο. Οι ήχοι της πόλης είναι ταυτισμένοι με τις στάσεις τόσο που η ησυχία αυτής εδώ μας ξενίζει, μας κάνει να αποζητούμε ένα δείγμα ζωής.
Πνιγμένη στη βλάστηση, αυτή η στάση εκπέμπει θαλπωρή. Η πρασινάδα καλωσορίζει τους μπουχτισμένους επιβάτες –μια μικρή γωνιά μέσα στο απέραντο τσιμέντο της πόλης, για να ξεκουράσει κανείς τα μάτια του και να ηρεμίσει, πριν τον πνίξει ξανά η αγωνία της διαβίωσης. Προτού ξεκινήσει το λεωφορείο για μια διαδρομή κατά βάση γνωστή, ας αφιερώσουμε μια σκέψη σε κάτι διαφορετικό από αυτά που μας βασανίζουν ολημερίς. Ένα καταπράσινο δέντρο –πηγή ζωής, άλλωστε– έχει τη δύναμη να φωτίσει τη μέρα μας.
Μπορεί να έρχεται ασθμαίνοντας, μπορεί να φτάνει καθυστερημένα, όμως τελικά βρίσκει τον δρόμο του κι εμείς τον δικό μας. Όταν ξεπροβάλλει το λεωφορείο που περιμέναμε με άγχος και αγωνία, η κίνησή του ακυρώνει την ακινησία της αναμονής. Καταφτάνει με φούρια και φορτώνει τους βιαστικούς επιβάτες, τους ενσωματώνει στη δική του κίνηση και μαζί ξεκινούν για μια μικρή Ιθάκη.
Δημοσιεύτηκε στο Π@π@κι τον Φεβρουάριο του 2005